Το Ρέθυμνο είναι μια πόλη, η οποία χρειάζεται ανθρώπους που οραματίζονται και δημιουργούν. Ένας από αυτούς τους ανθρώπους είναι και η σκηνοθέτρια Ελένη Δάγκα.
Συνέντευξη-επιμέλεια: Γιώργος Παπαδάκης
Φωτογραφίες: Φαίη Παπαναστασίου
Αρχικά θα θέλαμε να μας πείτε μερικά πράγματα για εσάς. Που μεγαλώσατε και πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το θέατρο;
Μεγάλωσα και σπούδασα στη Θεσσαλονίκη, στο τμήμα Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Αποφοίτησα με διπλή ειδικότητα, αυτήν της υποκριτικής, ως ηθοποιός δηλαδή, αλλά και εκείνη της σκηνογραφίας και της ενδυματολογίας. Από τύχη άρχισα να διδάσκω αμέσως μετά την αποφοίτησή μου, καθώς «άνοιξε» μια θέση σε μια δραματική σχολή της πόλης μου. Στη συνέχεια ξεκίνησα να διδάσκω και σε άλλους χώρους και εργαστήρια. Η επαφή μου με τη διδασκαλία ήταν πολύ σημαντική γιατί πέρα από το γεγονός της ανακάλυψης πως είναι κάτι που αγαπάω πολύ, με έφερε και πιο κοντά στο αντικείμενο της σκηνοθεσίας. Με τους σπουδαστές πάντοτε φτάναμε στο τέλος σε ένα αποτέλεσμα, πάντοτε έπρεπε κάτι να προετοιμάσουμε, κάτι να στήσουμε. Άρχισα λοιπόν σιγά-σιγά να στήνω μικρές παραστάσεις. Στην αρχή, βέβαια, εσωτερικά μέσα στις σχολές, στα εργαστήρια, σε ομάδες. Στο Ρέθυμνο ήρθα το 2003, δουλεύοντας στο τότε δημοτικό θέατρο.
Πότε ξεκίνησε να λειτουργεί το «The Garage» και πώς πήρατε την απόφαση για ένα τέτοιο εγχείρημα;
Ξεκίνησε το 2014 και η δημιουργία του ήταν τυχαία. Δεν κρύβω, βέβαια, ότι πάντα είχα στο μυαλό μου, να φτιάξω έναν χώρο δικό μου, στον οποίο από τη μια μπορώ να ανεβάζω τις παραστάσεις μου ή να φιλοξενώ παραστάσεις και από την άλλη να κάνω αυτό που αγαπώ πολύ, να διδάσκω. Το 2014, λοιπόν, έψαχνα να βρω έναν χώρο για να στεγάσω ένα σεμινάριο υποκριτικής που μου είχε ζητηθεί να κάνω, ενώ ταυτόχρονα έκανα πρόβες για την τότε παράστασή μας που ήταν μια δική μου διασκευή των Τρωάδων του Ευριπίδη. Αναζητώντας τον κατάλληλο χώρο, έπεσα πάνω σε αυτό το ημιυπόγειο-ισόγειο πρώην γκαράζ. Δεν είχε τίποτα μέσα, αλλά ακριβώς αυτό το τίποτα ήταν εκείνο που εμένα ενδιέφερε, ώστε να μπορέσω να στεγάσω μέσα πολλές και διαφορετικές ανησυχίες. Στην αρχή το νοίκιασα για ένα μήνα, από το σεμινάριο όμως προέκυψε μια ομάδα νέων που μου ζήτησαν μαθήματα σε εβδομαδιαία βάση και έτσι αποφάσισα να τον κρατήσω. Ο χώρος λειτούργησε εκείνη την πρώτη χρονιά στεγάζοντας τρεις δραστηριότητες: τα εβδομαδιαία μαθήματα στην ομάδα που προανέφερα, επίσης εβδομαδιαία μαθήματα σε άτομα που επιθυμούσαν προετοιμασία για τις εισαγωγικές εξετάσεις των δραματικών σχολών, και τέλος καθημερινές πρόβες των Captivae Τρωάδων (και στη συνέχεια παραστάσεις). Επειδή πήγε πολύ καλά και αγκαλιάστηκε με πολλή αγάπη από τον κόσμο, το καλοκαίρι του 2015 αποφασίστηκε το The Garage να λειτουργήσει κανονικά ως θεατρικό στούντιο, δηλαδή βάλαμε μπροστά συνεργασίες και με άλλους συναδέλφους από το Ρέθυμνο, αλλά και από το Ηράκλειο και από τα Χανιά. Ταυτόχρονα οργανώσαμε και κάποια σεμινάρια με ανθρώπους από την Αθήνα και αρχίσαμε ένα πρόγραμμα πλήρες μαθημάτων (διδάσκαμε υποκριτική -διάφορες μεθόδους υποκριτικής- ορθοφωνία, κινησιολογία, ιστορία θεάτρου, δραματολογία, τραγούδι, χορό και ό,τι άλλο συναφές γύρω από το θέατρο). Λειτούργησε εξαιρετικά και είμαι πολύ ευτυχισμένη που συνεργάστηκα με όλους αυτούς τους αξιόλογους ανθρώπους και που ήρθαν τόσα πολλά νέα παιδιά, αλλά και όχι μόνο νέα παιδιά στο χώρο. Είχαμε μαθητές από 16 μέχρι και άνω των 60 ετών. Η δραστηριότητα του The Garage συνεχίστηκε μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2018. Σταματήσαμε προσωρινά γιατί δυστυχώς ο ιδιοκτήτης του χώρου μας ζήτησε να τον εγκαταλείψουμε για ιδιοχρησία. Αυτή τη στιγμή είμαστε σε αναζήτηση νέου χώρου.
Η τελευταία παράσταση που σκηνοθετήσατε είναι η «Β.Τ. Άσκηση 2». Τι ακριβώς πραγματεύεται αυτή η παράσταση;
Η «Β.Τ. Άσκηση 2» είναι μια ιδιαίτερη παράσταση για αυτό την αποκαλούμε μουσικοθεατρική. Δεν είναι όμως μιούζικαλ. Υπάρχει μια ηθοποιός επί σκηνής που ερμηνεύει ένα θεατρικό μονόλογο, βασισμένο σε κάποια δικά μου παλιά διηγήματα αδημοσίευτα και σε κάποιες ιστορίες του Τσιτσάνη αλλά και των ανθρώπων που συναναστρεφόταν ο Τσιτσάνης. Η ηθοποιός Ελένη Χανιωτάκη, που ερμηνεύει αυτό τον μονόλογο, ενώ ταυτόχρονα επί σκηνής υπάρχουν δύο μουσικοί, ο Πρόδρομος Καραδελόγλου και ο Κώστας Κεχράκος. Ο Πρόδρομος είναι συνυπεύθυνος για την ιδέα της παράστασης. Εκείνος μου έδωσε να ακούσω τις διασκευές που είχε κάνει πάνω στα τραγούδια του Τσιτσάνη, τα οποία με ενθουσίασαν. Υπήρχε η ηθοποιός από τη μια και οι μουσικοί από την άλλη- ο μονόλογος της ηθοποιού διακόπτεται από αυτά τα διασκευασμένα τραγούδια. Για αυτό λέω πως είναι ιδιαίτερη, γιατί θυμίζει ταυτόχρονα συναυλία αλλά και θεατρική παράσταση. Είναι μια δουλειά που προς το παρόν έχει ταξιδέψει σε Ρέθυμνο, Χανιά, Ηράκλειο και Θεσσαλονίκη με μεγάλη επιτυχία και ελπίζουμε ότι θα τη συνεχίσουμε γιατί την έχει αγκαλιάσει πολύ ο κόσμος.
Τι επιρροές είχατε όσον αφορά τον τρόπο που λειτουργείτε ως σκηνοθέτρια;
Νομίζω ότι όταν ασχολείσαι καιρό με αυτό τον χώρο δε σταματάς ποτέ να σπουδάζεις, να μαθαίνεις, να διαμορφώνεις απόψεις, να αλλάζεις. Έχω πάντα ως στόχο κάθε παράστασή μου να είναι και διαφορετική από τις προηγούμενες. Γνωρίζω τον κίνδυνο να επαναπαυθώ στις ευκολίες μου και δεν θέλω να μου συμβεί. Θέλω κάθε φορά να δοκιμάζω και κάτι διαφορετικό. Όταν ήρθα στο Ρέθυμνο ξεκίνησα με ένα bar theatre, το 2bar (του Δ. Κοριανίτη), μια ιστορία μυστηρίου με κωμικά στοιχεία που διαδραματιζόταν σε ένα μπαρ με δύο ηθοποιούς, συνέχισα με αρχαία τραγωδία το Captivae Τρωάδες, πέρασα σε ένα ρεαλιστικό ψυχόδραμα, τη Φυγή (μια διασκευή των Εμιγκρέδων του Μπρόζεκ), σε καμπαρέ, το Cabaret Victor, (διασκευή του κινηματογραφικού μιούζικαλ Βίκτωρ και Βικτώρια). στο σουρεαλιστικό Σχεδόν Οιδίποδας (ένα κείμενο βασισμένο πάνω στο μύθο του Οιδίποδα) και κατέληξα στην Άσκηση 2. Θεωρώ πως κάθε φορά πρέπει να ανακαλύπτουμε καινούργια πράγματα. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει ένας τρόπος, δεν υπάρχει μια επιρροή, κάθε φορά παίρνεις το καλύτερο από τον δάσκαλό σου ή από τον σκηνοθέτη που παρακολουθείς και προσπαθείς αυτό να το προσαρμόσεις στη δική σου δουλειά.
Υπάρχει κάποια παράσταση που θα θέλατε πάρα πολύ να σκηνοθετήσετε και δεν το έχετε κάνει ακόμη;
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλά θεατρικά έργα που θα ήθελα να σκηνοθετήσω! Αν όμως δεν έχω την οικονομική δυνατότητα να στηρίξω μια παραγωγή ή αν δεν έχω το ανθρώπινο δυναμικό, ηθοποιούς κυρίως που να μπορούν να ταιριάζουν στη δουλειά μου, τότε δεν το κάνω. Αυτός είναι ο λόγος αφήνω πίσω κείμενα που αγαπώ. Ο μεγάλος μου καημός βέβαια, από το 1998 ακόμη, είναι η Λούλου του Φρανκ Βέντεκιντ. Έχει μέσα και αυτό πολλά στοιχεία καμπαρέ, είναι δύσκολη παραγωγή μιας και χρειάζεται εξαιρετικούς ηθοποιούς και αρκετά χρήματα. Έχω φτάσει πάρα πολλές φορές στο παρά πέντε και σταμάτησα για διάφορους λόγους, που είχαν να κάνουν κυρίως με το οικονομικό μέρος. Είναι ένα δύσκολο εγχείρημα και πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα τα καταφέρω.
Ετοιμάζετε κάτι άλλο αυτό το διάστημα;
Περιμένουμε να δούμε ακόμη τι θα γίνει με τον Τσιτσάνη γιατί έχουμε ως στόχο να συνεχιστεί. Είχα και μια πρόταση που αποδέχτηκα από μια μουσική ομάδα, οπότε θα κάνω άλλη μια μουσική παράσταση αλλά δεν μπορώ να σας πω περισσότερα αυτή τη στιγμή, γιατί δεν έχει βγει ακόμη και κάποια επίσημη ανακοίνωση. Μπορώ να σας πω ότι είναι κάτι πολύ ενδιαφέρον και κάτι για το οποίο θα γράψω εγώ η ίδια το κείμενο.
Ακολούθησε το blog μας:
Facebook: @Δημοσιογραφική αναταραχή
Instagram: @dimosiografiki_anataraxi
Συνέντευξη-επιμέλεια: Γιώργος Παπαδάκης
Φωτογραφίες: Φαίη Παπαναστασίου
Αρχικά θα θέλαμε να μας πείτε μερικά πράγματα για εσάς. Που μεγαλώσατε και πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το θέατρο;
Μεγάλωσα και σπούδασα στη Θεσσαλονίκη, στο τμήμα Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Αποφοίτησα με διπλή ειδικότητα, αυτήν της υποκριτικής, ως ηθοποιός δηλαδή, αλλά και εκείνη της σκηνογραφίας και της ενδυματολογίας. Από τύχη άρχισα να διδάσκω αμέσως μετά την αποφοίτησή μου, καθώς «άνοιξε» μια θέση σε μια δραματική σχολή της πόλης μου. Στη συνέχεια ξεκίνησα να διδάσκω και σε άλλους χώρους και εργαστήρια. Η επαφή μου με τη διδασκαλία ήταν πολύ σημαντική γιατί πέρα από το γεγονός της ανακάλυψης πως είναι κάτι που αγαπάω πολύ, με έφερε και πιο κοντά στο αντικείμενο της σκηνοθεσίας. Με τους σπουδαστές πάντοτε φτάναμε στο τέλος σε ένα αποτέλεσμα, πάντοτε έπρεπε κάτι να προετοιμάσουμε, κάτι να στήσουμε. Άρχισα λοιπόν σιγά-σιγά να στήνω μικρές παραστάσεις. Στην αρχή, βέβαια, εσωτερικά μέσα στις σχολές, στα εργαστήρια, σε ομάδες. Στο Ρέθυμνο ήρθα το 2003, δουλεύοντας στο τότε δημοτικό θέατρο.
Πότε ξεκίνησε να λειτουργεί το «The Garage» και πώς πήρατε την απόφαση για ένα τέτοιο εγχείρημα;
Ξεκίνησε το 2014 και η δημιουργία του ήταν τυχαία. Δεν κρύβω, βέβαια, ότι πάντα είχα στο μυαλό μου, να φτιάξω έναν χώρο δικό μου, στον οποίο από τη μια μπορώ να ανεβάζω τις παραστάσεις μου ή να φιλοξενώ παραστάσεις και από την άλλη να κάνω αυτό που αγαπώ πολύ, να διδάσκω. Το 2014, λοιπόν, έψαχνα να βρω έναν χώρο για να στεγάσω ένα σεμινάριο υποκριτικής που μου είχε ζητηθεί να κάνω, ενώ ταυτόχρονα έκανα πρόβες για την τότε παράστασή μας που ήταν μια δική μου διασκευή των Τρωάδων του Ευριπίδη. Αναζητώντας τον κατάλληλο χώρο, έπεσα πάνω σε αυτό το ημιυπόγειο-ισόγειο πρώην γκαράζ. Δεν είχε τίποτα μέσα, αλλά ακριβώς αυτό το τίποτα ήταν εκείνο που εμένα ενδιέφερε, ώστε να μπορέσω να στεγάσω μέσα πολλές και διαφορετικές ανησυχίες. Στην αρχή το νοίκιασα για ένα μήνα, από το σεμινάριο όμως προέκυψε μια ομάδα νέων που μου ζήτησαν μαθήματα σε εβδομαδιαία βάση και έτσι αποφάσισα να τον κρατήσω. Ο χώρος λειτούργησε εκείνη την πρώτη χρονιά στεγάζοντας τρεις δραστηριότητες: τα εβδομαδιαία μαθήματα στην ομάδα που προανέφερα, επίσης εβδομαδιαία μαθήματα σε άτομα που επιθυμούσαν προετοιμασία για τις εισαγωγικές εξετάσεις των δραματικών σχολών, και τέλος καθημερινές πρόβες των Captivae Τρωάδων (και στη συνέχεια παραστάσεις). Επειδή πήγε πολύ καλά και αγκαλιάστηκε με πολλή αγάπη από τον κόσμο, το καλοκαίρι του 2015 αποφασίστηκε το The Garage να λειτουργήσει κανονικά ως θεατρικό στούντιο, δηλαδή βάλαμε μπροστά συνεργασίες και με άλλους συναδέλφους από το Ρέθυμνο, αλλά και από το Ηράκλειο και από τα Χανιά. Ταυτόχρονα οργανώσαμε και κάποια σεμινάρια με ανθρώπους από την Αθήνα και αρχίσαμε ένα πρόγραμμα πλήρες μαθημάτων (διδάσκαμε υποκριτική -διάφορες μεθόδους υποκριτικής- ορθοφωνία, κινησιολογία, ιστορία θεάτρου, δραματολογία, τραγούδι, χορό και ό,τι άλλο συναφές γύρω από το θέατρο). Λειτούργησε εξαιρετικά και είμαι πολύ ευτυχισμένη που συνεργάστηκα με όλους αυτούς τους αξιόλογους ανθρώπους και που ήρθαν τόσα πολλά νέα παιδιά, αλλά και όχι μόνο νέα παιδιά στο χώρο. Είχαμε μαθητές από 16 μέχρι και άνω των 60 ετών. Η δραστηριότητα του The Garage συνεχίστηκε μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2018. Σταματήσαμε προσωρινά γιατί δυστυχώς ο ιδιοκτήτης του χώρου μας ζήτησε να τον εγκαταλείψουμε για ιδιοχρησία. Αυτή τη στιγμή είμαστε σε αναζήτηση νέου χώρου.
Η τελευταία παράσταση που σκηνοθετήσατε είναι η «Β.Τ. Άσκηση 2». Τι ακριβώς πραγματεύεται αυτή η παράσταση;
Η «Β.Τ. Άσκηση 2» είναι μια ιδιαίτερη παράσταση για αυτό την αποκαλούμε μουσικοθεατρική. Δεν είναι όμως μιούζικαλ. Υπάρχει μια ηθοποιός επί σκηνής που ερμηνεύει ένα θεατρικό μονόλογο, βασισμένο σε κάποια δικά μου παλιά διηγήματα αδημοσίευτα και σε κάποιες ιστορίες του Τσιτσάνη αλλά και των ανθρώπων που συναναστρεφόταν ο Τσιτσάνης. Η ηθοποιός Ελένη Χανιωτάκη, που ερμηνεύει αυτό τον μονόλογο, ενώ ταυτόχρονα επί σκηνής υπάρχουν δύο μουσικοί, ο Πρόδρομος Καραδελόγλου και ο Κώστας Κεχράκος. Ο Πρόδρομος είναι συνυπεύθυνος για την ιδέα της παράστασης. Εκείνος μου έδωσε να ακούσω τις διασκευές που είχε κάνει πάνω στα τραγούδια του Τσιτσάνη, τα οποία με ενθουσίασαν. Υπήρχε η ηθοποιός από τη μια και οι μουσικοί από την άλλη- ο μονόλογος της ηθοποιού διακόπτεται από αυτά τα διασκευασμένα τραγούδια. Για αυτό λέω πως είναι ιδιαίτερη, γιατί θυμίζει ταυτόχρονα συναυλία αλλά και θεατρική παράσταση. Είναι μια δουλειά που προς το παρόν έχει ταξιδέψει σε Ρέθυμνο, Χανιά, Ηράκλειο και Θεσσαλονίκη με μεγάλη επιτυχία και ελπίζουμε ότι θα τη συνεχίσουμε γιατί την έχει αγκαλιάσει πολύ ο κόσμος.
Τι επιρροές είχατε όσον αφορά τον τρόπο που λειτουργείτε ως σκηνοθέτρια;
Νομίζω ότι όταν ασχολείσαι καιρό με αυτό τον χώρο δε σταματάς ποτέ να σπουδάζεις, να μαθαίνεις, να διαμορφώνεις απόψεις, να αλλάζεις. Έχω πάντα ως στόχο κάθε παράστασή μου να είναι και διαφορετική από τις προηγούμενες. Γνωρίζω τον κίνδυνο να επαναπαυθώ στις ευκολίες μου και δεν θέλω να μου συμβεί. Θέλω κάθε φορά να δοκιμάζω και κάτι διαφορετικό. Όταν ήρθα στο Ρέθυμνο ξεκίνησα με ένα bar theatre, το 2bar (του Δ. Κοριανίτη), μια ιστορία μυστηρίου με κωμικά στοιχεία που διαδραματιζόταν σε ένα μπαρ με δύο ηθοποιούς, συνέχισα με αρχαία τραγωδία το Captivae Τρωάδες, πέρασα σε ένα ρεαλιστικό ψυχόδραμα, τη Φυγή (μια διασκευή των Εμιγκρέδων του Μπρόζεκ), σε καμπαρέ, το Cabaret Victor, (διασκευή του κινηματογραφικού μιούζικαλ Βίκτωρ και Βικτώρια). στο σουρεαλιστικό Σχεδόν Οιδίποδας (ένα κείμενο βασισμένο πάνω στο μύθο του Οιδίποδα) και κατέληξα στην Άσκηση 2. Θεωρώ πως κάθε φορά πρέπει να ανακαλύπτουμε καινούργια πράγματα. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει ένας τρόπος, δεν υπάρχει μια επιρροή, κάθε φορά παίρνεις το καλύτερο από τον δάσκαλό σου ή από τον σκηνοθέτη που παρακολουθείς και προσπαθείς αυτό να το προσαρμόσεις στη δική σου δουλειά.
Υπάρχει κάποια παράσταση που θα θέλατε πάρα πολύ να σκηνοθετήσετε και δεν το έχετε κάνει ακόμη;
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλά θεατρικά έργα που θα ήθελα να σκηνοθετήσω! Αν όμως δεν έχω την οικονομική δυνατότητα να στηρίξω μια παραγωγή ή αν δεν έχω το ανθρώπινο δυναμικό, ηθοποιούς κυρίως που να μπορούν να ταιριάζουν στη δουλειά μου, τότε δεν το κάνω. Αυτός είναι ο λόγος αφήνω πίσω κείμενα που αγαπώ. Ο μεγάλος μου καημός βέβαια, από το 1998 ακόμη, είναι η Λούλου του Φρανκ Βέντεκιντ. Έχει μέσα και αυτό πολλά στοιχεία καμπαρέ, είναι δύσκολη παραγωγή μιας και χρειάζεται εξαιρετικούς ηθοποιούς και αρκετά χρήματα. Έχω φτάσει πάρα πολλές φορές στο παρά πέντε και σταμάτησα για διάφορους λόγους, που είχαν να κάνουν κυρίως με το οικονομικό μέρος. Είναι ένα δύσκολο εγχείρημα και πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα τα καταφέρω.
Ετοιμάζετε κάτι άλλο αυτό το διάστημα;
Περιμένουμε να δούμε ακόμη τι θα γίνει με τον Τσιτσάνη γιατί έχουμε ως στόχο να συνεχιστεί. Είχα και μια πρόταση που αποδέχτηκα από μια μουσική ομάδα, οπότε θα κάνω άλλη μια μουσική παράσταση αλλά δεν μπορώ να σας πω περισσότερα αυτή τη στιγμή, γιατί δεν έχει βγει ακόμη και κάποια επίσημη ανακοίνωση. Μπορώ να σας πω ότι είναι κάτι πολύ ενδιαφέρον και κάτι για το οποίο θα γράψω εγώ η ίδια το κείμενο.
Ακολούθησε το blog μας:
Facebook: @Δημοσιογραφική αναταραχή
Instagram: @dimosiografiki_anataraxi
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου