Γράφει η Ελεονώρα Κοτρώζου
Αγαπημένε μου άγιε Βασίλη,
Είχα μέσα μου μια λίμνη από ελπίδες, ελπίδες πως υπάρχεις. Δυστυχώς αυτή η λίμνη στέρεψε· και όσο σου γράφω αυτό εδώ το τελευταίο γράμμα, εξατμίζεται και η τελευταία της σταγόνα. Η πίστη σε σένα κουράστηκε να μάχεται και πλέον αποσύρεται. Κλείνοντας μια ακόμη δεκαετία, πάει πια να αναπαυθεί. Ετούτο εδώ λοιπόν το αποχαιρετιστήριο γράμμα, σου το στέλνω για να σου πω πόσο με έχει κουράσει, απογοητεύσει και πληγώσει, να πιστεύω σε κάτι μαγικό ως και την τελευταία στιγμή.
Μέχρι να καταλάβω πως εκείνος που έβαζε το δώρο μου κάτω από το δέντρο κάθε φορά που ξημέρωναν Χριστούγεννα δεν ήσουν εσύ, αλλά ο μπαμπάς μου, έκανα οτιδήποτε περνούσε από το χέρι μου για να σε δω. Έμενα άγρυπνη μέχρι αργά και κρυφοκοιτούσα από τη μισάνοιχτη πόρτα του δωματίου μου. Περίμενα· περίμενα πολύ. Ώσπου τα ανυπόμονα παιδικά μου μάτια έκλειναν από την κούραση· και φυσικά λίγες ώρες αργότερα, ξυπνούσα στεναχωρημένη που για ακόμη μια χρονιά δεν σε συνάντησα. Όμως μια μέρα τα κατάφερα· μετά από ώρες υπομονής είδα την αλήθεια που κάθε γονιός προσπαθεί να κρύψει από την τόσο αθώα ψυχή του μικρού παιδιού του.
Ακόμη όμως και μετά από αυτή την ανακάλυψη, ένα κομμάτι μου συνέχισε να πιστεύει σε σένα. Υπήρχες στα τραγούδια, υπήρχες στα στολίδια, υπήρχες στην καρδιά μου. Παρόλο που γνώριζα πως δεν θα μου φέρεις δώρο, είχα αυτή την τόσο αθώα ιδέα, αυτή την τόσο αγνή πεποίθηση, πως αν ήμουν «καλό παιδί», όπως αναφέρει και ο μύθος που σε συνοδεύει, κάτι καλό θα μου συνέβαινε. Πίστευα πως αυτή η απαλή μαγική σκόνη, που σε λούζει και λάμπει υπό το φως των αστεριών της «άγιας νύχτας», θα αποχωριζόταν έστω έναν κόκκο της, που θα με συνόδευε για το υπόλοιπο της ζωής μου με καλοτυχία. Δυστυχώς όμως πάλι γελάστηκα. Πίστεψα σε σένα κι εσύ ήσουν απών. Δεν εμφανίστηκες σε καμιά από τις δύσκολες στιγμές μου.
Πού ήσουν όταν ο χρόνος πήρε την γιαγιά και τον παππού μου; Αυτούς τους δύο ανθρώπους, που μετά την απώλειά τους κάθε χρόνος που περνά διπλασιάζει τη θλίψη μου και την ανάγκη μου να τους ξαναδώ. Πού ήσουν όταν αποχωρίστηκα τον έρωτά μου ανήμερα Χριστούγεννα; Την ημέρα που είθισται να είναι γεμάτη με γέλια και αγάπη, άφησες τον έρωτά μου να φύγει χωρίς να κοιτάξει πίσω· άφησες να γλιστρήσει από τα χέρια μου το μόνο πλάσμα που αγαπώ πιο πολύ και από τον ίδιο μου τον εαυτό. Γιατί δεν εμφανίστηκες τότε που χρειαζόμουν τη μαγεία σου;
Δεν σε κατηγορώ, γιατί ο λόγος είναι μονάχα ένας και απλός, δεν υπάρχεις δυστυχώς. Είσαι ένας μύθος που έχει φωλιάσει στις καρδιές των ανθρώπων και δεν πρόκειται να τον αποχωριστούν ποτέ. Όπως οι θρησκείες, έτσι και η μαγεία. Βλέπεις άγιε μου, εμείς οι άνθρωποι είμαστε πλάσματα αδύναμα· τόσο αδύναμα, που έχουμε την ανάγκη να εφευρίσκουμε ανώτερες από εμάς οντότητες, που θα μας κάνουν κουμάντο. Εκείνες θα μας επιβραβεύσουν για κάθε καλή μας πράξη και οι ίδιες θα αναλαμβάνουν την ευθύνη για όλα τα δεινά που θα συναντούμε. Δειλοί άγιε μου· δειλοί και ευθυνόφοβοι. Τόσο, που δεν μπορούμε να πάρουμε στα χέρια μας την ίδια τη ζωή μας.
Η νύχτα σκεπάζει την Αθήνα. Τα χριστουγεννιάτικα φωτάκια που στολίζουν τα σπίτια, αναβοσβήνουν σε εναλλασσόμενα μοτίβα. Φωτίζουν τη σκοτεινή πόλη, τις σκοτεινιασμένες καρδιές των πληγωμένων ανθρώπων· γεμίζουν με τη λάμψη τους τα κενά των λαβωμένων ψυχών. Κι εγώ με τη σειρά μου σε αποχαιρετώ. Πριν αλλάξει ακόμη μια χρονιά, απαλλάσσω τον εαυτό μου από το βάρος της πίστης σε καθετί ανώτερο. Φέτος, δεν θα ζητήσω χάρη από εσένα, αλλά από τον χρόνο. Θα τον παρακαλέσω να μου χαρίσει στιγμές με τους ανθρώπους που αγαπώ, πριν αποφασίσει ξαφνικά να μου τις στερήσει.
Καληνύχτα άγιε μου Βασίλη.
Ακολούθησε το blog μας:
Facebook: @Δημοσιογραφική αναταραχή
Instagram: @dimosiografiki_anataraxi
Ακολούθησε την Ελεονώρα:
Facebook: @Eleonora Kotrozou
Instagram: @nora_ktr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου